- θυμικός
- -ή, -ό1. αυτός που αναφέρεται στο συναισθηματικό μέρος της ψυχής: Θυμική διάθεση.2. ορμητικός, οργίλος.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
θυμικός — ή, ό (Α θυμικός, ή, όν) [θυμός] το ουδ. ως ουσ. το θυμικό(ν) το θυμοειδές*, κατά την πλατωνική φιλοσοφία νεοελλ. 1. (ψυχολ.) το σύνολο τών αψιθυμιών, τών συγκινήσεων, τών συναισθημάτων, τών παθών και τών διαθέσεων τού ατόμου 2. αυτός που… … Dictionary of Greek
θυμικός — θῡμικός , θυμικός high spirited masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικά — θῡμικά , θυμικός high spirited neut nom/voc/acc pl θῡμικά̱ , θυμικός high spirited fem nom/voc/acc dual θῡμικά̱ , θυμικός high spirited fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικώτερον — θῡμικώτερον , θυμικός high spirited adverbial comp θῡμικώτερον , θυμικός high spirited masc acc comp sg θῡμικώτερον , θυμικός high spirited neut nom/voc/acc comp sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικωτάτων — θῡμικωτάτων , θυμικός high spirited fem gen superl pl θῡμικωτάτων , θυμικός high spirited masc/neut gen superl pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικωτέρα — θῡμικωτέρᾱ , θυμικός high spirited fem nom/voc/acc comp dual θῡμικωτέρᾱ , θυμικός high spirited fem nom/voc comp sg (attic doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικῶν — θῡμικῶν , θυμικός high spirited fem gen pl θῡμικῶν , θυμικός high spirited masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικόν — θῡμικόν , θυμικός high spirited masc acc sg θῡμικόν , θυμικός high spirited neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
θυμικώτατον — θῡμικώτατον , θυμικός high spirited masc acc superl sg θῡμικώτατον , θυμικός high spirited neut nom/voc/acc superl sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Властарь Матвей — византийский канонист, иеромонах солунский; год смерти его неизвестен, но в 1850 г. он еще жил. О важнейшем труде его алфавитной синтагме канонов см. Византийское право. Вскоре по появлении своем синтагма В. была переведена на сербский язык, а… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона